Από την άλλη πλευρά αν θελήσουμε να πούμε πως ένα άτομο χαρακτηρίζεται από ικανοποιητική εσωτερική ποιότητα ζωής[1], το άτομο αυτό θα πρέπει να είναι αφενός μεν δραστήριο και αφετέρου να έχει καλές διαπροσωπικές σχέσεις τόσο με τους φίλους του, τους συνεργάτες του, την οικογένεια του και τον ή την σύντροφο του από την άλλη. Ταυτόχρονα θα πρέπει να νιώθει αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση και τέλος να είναι χαρούμενο, έτσι ώστε να βρίσκει τη ζωή όμορφη και να αισθάνεται ασφάλεια μέσα στο κοινωνικό πολιτισμικό περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται. Πολύ εύκολα λοιπόν κάποιος μπορεί να συνειδητοποιήσει, πως για να συμπληρώνει ένα άτομο όλες αυτές τις ιδιότητες που προαναφέραμε, θα πρέπει να υπάρχει μία αλληλεπίδραση τόσο σε εσωτερικούς όσο και εξωτερικούς παράγοντες που επηρεάζουν η ζωή και την υγεία του ατόμου (Naess 1987).
Πρέπει τέλος να αναφέρουμε πως τα τελευταία χρόνια, έχουν επικρατήσει στην επιστήμη της ψυχολογίας μοντέλα σύνθετα, που συνδυάζουν ψυχολογικούς και κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες σε τρεις σφαίρες, που περιλαμβάνουν τις εξωτερικές συνθήκες,[2] τις διαπροσωπικές σχέσεις του ατόμου και την εσωτερική ισορροπία η οποία με την σειρά της περιλαμβάνει την αυτοεκτίμηση και τη διάθεση (Lindstrom 1995).
Στην περίπτωση που η πραγματοποίηση ενός συγκεκριμένου στόχου στη ζωή, έχει μεγάλη αξία για ένα άτομο, τότε σε μία ενδεχόμενη αποτυχία που θα σχετίζεται με την εκπλήρωση αυτού του στόχου, το άτομο μπορεί να βιώσει μεγαλύτερη μείωση στην ποιότητα της ζωής του λόγω της διατάραξης της ισορροπίας του κύκλου (CarverandScheier 1981).
Όπως λοιπόν γίνεται προφανές, όλες αυτές οι διαφορές στη θεωρητική προσέγγιση της ΠΖ στην έρευνα εγείρουν σημαντικά ερωτήματα, που έχουν σχέση με το πως θα αντιληφθούμε στη συνέχεια την ΠΖ καθώς έχει φανεί πως τα εργαλεία μέτρησης της ΠΖ αποτελούνται τόσο από αντικειμενικούς όσο και υποκειμενικούς δείκτες, που επικεντρώνονται στην μέτρηση τόσο του γενικού επιπέδου υγείας όσο και σε έναν μεγάλο αριθμό διαφορετικών τομέων ενδιαφέροντος της ζωής (Guyatt, FeenyandPatrick 1993).
Σύμφωνα με τους Scheier και Carverοι ψυχολόγοι της υγείας, φαίνεται πως σιγά αλλά σταδιακά έχουν αρχίσει να ανακαλύπτουν αυτό που ο λαός φαίνεται να γνωρίζει μέσα από τις λαϊκές του ρύσεις ότι δηλαδή, η θετική σκέψη είναι αυτή που βοηθάει τους ανθρώπους στο να έχουν «όμορφη ζωή » (Scheier και Carver 1992).
Αν κοιτάξει κανείς την βιβλιογραφία που υπάρχει πάνω στο αντικείμενο της προσωπικότητας, θα δει πως οι ορισμοί για την προσωπικότητα είναι πάρα πολλοί, το ίδιο δηλαδή που συμβαίνει και με τον ορισμό για την ποιότητα της ζωής (Baker 1982). Αυτές οι διαφορές στον ορισμό της όπως είναι αναμενόμενο, έχουν επίπτωση στον τρόπο με τον οποίο η ΠΖ προσεγγίζεται. Μία σημαντική διάσταση στην οποία οι ορισμοί διαφέρουν, είναι στο επίπεδο της γενικότητας με την οποία κάποιοι προσεγγίζουν το θέμα της ΠΖ (FelceandPerry 1995).
Κατά συνέπεια δεν θα πρέπει να μας προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι οι παράγοντες που καθορίζουν την ποιότητα της ζωής κυμαίνονταν ανάμεσα σε ένα μεγάλο πεδίο που ξεκινά από την ποιότητα ζωής που αφορά το κοινωνικό πλαίσιο διαβίωσης και εκτείνεται μέχρι την αξιολόγηση κάθε ατόμου ξεχωριστά σε συγκεκριμένους τομείς. Είναι χαρακτηριστικό όπως φάνηκε από την έρευνα του Cummins, ότι υπάρχουν περισσότερα από 100 εργαλεία μέτρησης και καθορισμού της ποιότητας ζωής, που καθένα από αυτά ορίζει την ΠΖ με διαφορετικό τρόπο (Cummins 1996).
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι οι διαφορετικές προσεγγίσεις πάνω στο πεδίο της ποιότητας ζωής παράγονται εν μέρει τουλάχιστον, από το γεγονός ότι οι ερευνητές μέσα από τα προσωπικά βιώματα και τις επιδιώξεις της έρευνας τους επιλέγουν να δώσουν την προσοχή τους σε συγκεκριμένους τομείς κάθε φορά διαφορετικούς, αναφορικά με το τι αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα που έχει άμεση επίδραση στην ΠΖ (Liu 1976).
Οι ερευνητές που έχουν προσπαθήσει να οριοθετήσουν τις διαφορετικές αυτές προσεγγίσεις, υποστηρίζουν ότι η ΠΖ σχετίζεται με αντικειμενικά κριτήρια όπως είναι για παράδειγμα οι συνθήκες της ζωής κάθε ατόμου ξεχωριστά και υποκειμενικούς παράγοντες όπως είναι η ικανοποίηση από την ζωή (Borthwick-Duffy 1992). Σύμφωνα με τους ερευνητές και οι δύο τύποι κριτηρίων υποτίθεται πως εξηγούν τις μοναδικές αναλογίες που έχουν μεταξύ τους οι διαφορές στην ΠΖ των ανθρώπων. Από την μια πλευρά, μία σοβαρή ασθένεια μπορεί για παράδειγμα να έχει μία άμεση επίπτωση στη κατάσταση της υγείας ενός ατόμου και με αυτό τον τρόπο είναι δυνατόν να περιορίζει την κινητικότητα και την υπολογιζόμενη διάρκεια ζωής του ατόμου. Από την άλλη πάλι πλευρά οι άνθρωποι μπορεί να διαφέρουν σε σχέση με την ικανοποίησή τους από τη ζωή σύμφωνα με τις αντικειμενικές συνθήκες στις οποίες ζουν (Headey, VeenhovenandWearing 1991).
Οι διαφορές αυτές στην ικανοποίηση από τη ζωή, μπορεί να αποτελούν το αποτέλεσμα της χρήσης διαφορετικών προτύπων σύγκρισης, που έχουν χρησιμοποιηθεί στη μέτρηση της ικανοποίησης από τη ζωή. Έτσι για παράδειγμα ένας ηλικιωμένος που αντικειμενικά έχει το ίδιο επίπεδο υγείας με έναν τριαντάχρονο, μπορεί να έχει μειωμένα επίπεδα ικανοποίησης από την ζωή αν μπει στη διαδικασία να συγκρίνει τον εαυτό του και την κατάσταση της υγείας του, με ένα άτομο το οποίο δεν ανήκει στην ίδια ηλικιακή ομάδα με αυτόν (Steward 2000).
Κάποιοι ερευνητές βέβαια προσεγγίζουν την ποιότητα της ζωής, μετρώντας τη συνολική ικανοποίηση από τη ζωή του ατόμου με μία μόνο ερώτηση (AndrewsandWithey 1976).
Ωστόσο οι παράγοντες που επηρεάζουν την ποιότητα της ζωής μπορούν να προσεγγιστούν με τη χρήση πολλαπλών ερωτημάτων, που μπορούν να καλύψουν μία μεγάλη ποικιλία από διαφορετικούς τομείς της ζωής (Cummins 1996).
Για να αναγνωρίσουν τις πιο σημαντικές περιοχές που συμβάλλουν στην ποιότητα της ζωής, ο Cummins και οι συνεργάτες του μελέτησαν 27 ορισμούς της ποιότητας της ζωής σε μία ανασκόπηση της βιβλιογραφίας και σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας τούς φάνηκε πως το 85% των ορισμών της ποιότητα της ζωής περιλαμβάνει τη συναισθηματική ποιότητα της ζωής, το 70% περιλαμβάνει την υγεία, ένα 70 % περιλαμβάνει ζητήματα οικειότητας και ένα 56% φέρεται να εμπεριέχει μέσα στον ορισμό θέματα που άπτονται της εργασίας και των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την παραγωγικότητα. Στις περιπτώσεις που οι ερευνητές έχουν προσπαθήσει να προσεγγίσουν το θέμα της ΠΖ σε σχέση με το πεδίο της, έχει υποστηριχτεί πως οι δείκτες της ΠΖ πρέπει να σταθμίζονται σύμφωνα με τη σημαντικότητα που έχει κάθε περιοχή της ζωής που θέλουμε να εξερευνήσουμε (Cummins 1997) (FelceandPerry 1995).
Για παράδειγμα, η ΠΖ ενός ατόμου μπορεί να μην επηρεάζεται από αντικειμενικά αρνητικές συνθήκες, εάν αυτές οι συνθήκες δεν αποτελούν μέρος της ευρύτερης περιοχής των στόχων, που ένα άτομο θεωρεί ότι είναι σημαντική για τον ίδιο (VallacherandWegner 1985), ενώ αντίθετα, εάν ένας συγκεκριμένος τομέας της ζωής έχει μεγάλη αξία για ένα άτομο, τότε σε μία ενδεχόμενη αποτυχία που θα σχετίζεται με την εκπλήρωση αυτού του στόχου, το άτομο μπορεί να βιώσει μεγαλύτερη μείωση στην ποιότητα της ζωής του (CarverandScheier 1981).
Όπως λοιπόν γίνεται προφανές, όλες αυτές οι διαφορές στη θεωρητική προσέγγιση της ποιότητας της ζωής στην έρευνα, εγείρουν σημαντικά ερωτήματα που έχουν σχέση με το πως θα αντιληφθούμε στη συνέχεια την ΠΖ καθώς έχει φανεί πως τα εργαλεία μέτρησης της ποιότητας της ζωής αποτελούνται τόσο από αντικειμενικούς, όσο και υποκειμενικούς δείκτες που επικεντρώνονται στην μέτρηση τόσο του γενικού επιπέδου υγείας, όσο και σε έναν μεγάλο αριθμό διαφορετικών τομέων ενδιαφέροντος της ζωή.
[1] Ο όρος εσωτερική ποιότητα ζωής χρησιμοποιήθηκε στις αρχές από τον κλάδο της ψυχολογίας.
[2] Σαν εξωτερικές συνθήκες μπορούν να χαρακτηριστούν για παράδειγμα η εργασία και ο χώρος διαβίωσης όπως και μία ασθένεια.
log post. Click here and start typing, or drag in elements from the top bar.